Μαθησιακές Δυσκολίες

Μαθησιακές δυσκολίες είναι οι ειδικές δυσκολίες που μπορεί να εμφανίζει ένα παιδί στην ανάγνωση, τη γραφή και τα μαθηματικά όταν οι επιδόσεις του είναι χαμηλότερες από τις αναμενόμενες σε σχέση με την ηλικία, το νοητικό επίπεδο και το επίπεδο της τάξης στην οποία φοιτά.

Οι ικανότητες της ομιλίας, της ακοής, της ανάγνωσης, της γραφής και της αριθμητικής από πολλές πλευρές συμπληρώνουν η μία την άλλη και επειδή «συνυπάρχουν» στις ίδιες εγκεφαλικές λειτουργίες είναι πιθανό ένα παιδί να παρουσιάζει ταυτόχρονα περισσότερες από μια μορφές διαταραχών μάθησης.

Το να μπορεί ένα παιδί να αρθρώνει σωστά όλα τα φωνήματα είναι προϋπόθεση για να αναπτύξει την γλωσσική του έκφραση (τον προφορικό λόγο). Οι δεξιότητες που θα αποκτήσει στον προφορικό λόγο είναι τα θεμέλια για να μάθει να γράφει και να διαβάζει. Έτσι αν το παιδί έχει μια οποιαδήποτε διαταραχή (είτε επικοινωνίας, με τη μη σωστή άρθρωση φωνημάτων, είτε εγκεφαλική) είναι πιθανό να εμφανίζει γνωστικές δυσλειτουργίες.

Οι μαθησιακές δυσκολίες χωρίζονται σε τέσσερις κατηγορίες:

Διαταραχή της ανάγνωσης.

Διαταραχή των μαθηματικών.

Διαταραχή της γραπτής έκφρασης.

Μαθησιακή διαταραχή μη προσδιοριζόμενη αλλιώς.

Οι μαθησιακές δυσκολίες φαίνεται να είναι αποτέλεσμα κάποιας νευρολογικής διαταραχής, η οποία συσχετίζεται με κληρονομικούς παράγοντες, αλλά αυτό δεν είναι δυνατό να ανιχνευθεί με τα μέσα που υπάρχουν σήμερα. Αυτό που πιθανόν κληρονομείται είναι τα ελλείμματα που αφορούν τον τρόπο λειτουργίας ορισμένων περιοχών του εγκεφάλου και ευθύνονται για τη δυσκολία των παιδιών στη διάκριση των ήχων και των γραπτών συμβόλων.

Ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που μπορεί να εντοπίσει στην τάξη το παιδί που εμφανίζει μαθησιακές δυσκολίες και να το παραπέμψει σε κάποιο ειδικό για τη διάγνωση.

Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες βιώνουν έντονα την αδυναμία τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του σχολείου ενώ ταυτόχρονα δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί διαφέρουν από τα υπόλοιπα παιδιά στην τάξη. Έτσι οι καθημερινές εμπειρίες στο σχολείο μπορεί να οδηγήσουν σε εκδηλώσεις θυμού και ανυπακοής και σταδιακά είναι πιθανό να μειωθεί το κίνητρό τους για μάθηση όπως επίσης και το επίπεδο της αυτοεκτίμησής τους.

Είναι σύνηθες φαινόμενο τόσο οι γονείς όσο και οι δάσκαλοι να θεωρούν τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες «δύσκολα» διότι συχνά παρουσιάζουν πολύ περισσότερα προβλήματα συμπεριφοράς συγκριτικά με τα υπόλοιπα παιδιά. Τα περισσότερα από αυτά τα προβλήματα είναι η αντίδρασή τους στην αποτυχία και την αποστέρηση που βιώνουν. Αυτός είναι και ο λόγος που ίσως είναι λιγότερο δημοφιλή μεταξύ των συνομηλίκων τους και δημιουργούν αρνητικές εντυπώσεις στους άλλους.

Για την αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών χρησιμοποιούνται τεχνικές οι οποίες επιτρέπουν στο παιδί:

Να κατανοήσει τα αίτια των δυσκολιών του.

Να έχει το ανάλογο κίνητρο για μάθηση.

Να βιώνει συναισθήματα επιτυχίας.

 

Ο ειδικός προσδιορίζει το μαθησιακό επίπεδο στο οποίο το παιδί ανταποκρίνεται χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες και του προσφέρει συνεχή επιβράβευση για να γνωρίζει το παιδί πόσο αποτελεσματική είναι η προσπάθειά του. Οι απαιτήσεις του προγράμματος που ακολουθούνται αυξάνονται σταδιακά για να εξασφαλιστεί η επιτυχία του η οποία θα βοηθήσει στη βελτίωση της αυτοεκτίμησής του. Πολύ σημαντικό κομμάτι της διαδικασίας είναι η συνεργασία μεταξύ των ατόμων με τα οποία περνάει τις περισσότερες ώρες της μέρας του, δηλαδή οι γονείς και οι δάσκαλοί του.

Γενικά στις περιπτώσεις των μαθησιακών δυσκολιών το σημαντικότερο βήμα είναι η αναγνώριση της ύπαρξής τους. Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο όταν ο εκπαιδευτικός ενημερώνει τους γονείς να θεωρούν την εκτίμησή του υπερβολική ή ακόμη και προσβλητική και να αγνοούν την πρότασή του για επίσκεψη στον ειδικό και διάγνωση. Όταν οι γονείς αποδέχονται το παιδί τους που έχει Μαθησιακές Δυσκολίες εστιάζουν στα θετικά σημεία και δεν ασχολούνται με τις αποτυχίες. Σε αντίθετη περίπτωση, προβάλλουν μη ρεαλιστικές απαιτήσεις που εμποδίζουν τη μέγιστη ανάπτυξη του παιδιού ή το υπερπροστατεύουν μειώνοντας υπερβολικά τις απαιτήσεις τους και λέγοντας υπερβολικά θετικά σχόλια.

Είναι γεγονός ότι αυτές οι δυσκολίες των παιδιών δεν μπορούν να αποκατασταθούν πλήρως, η εξέλιξή τους όμως είναι τόσο καλή στις μέρες μας που μπορεί να τα βοηθήσει να ανταποκρίνονται στο μέγιστο βαθμό που μπορούν. Γι’ αυτό αν έχετε την υποψία ότι το παιδί σας έχει κάποια μαθησιακή δυσκολία μη διστάσετε να απευθυνθείτε σε έναν ειδικό. Θα του δώσετε την ευκαιρία να ανταποκριθεί με ευχαρίστηση και αυτοπεποίθηση στα μαθήματά του και να ενταχθεί ισότιμα στο σχολικό του περιβάλλον με ότι αυτό συνεπάγεται.

Δυσλεξία

Η διαταραχή της ανάγνωσης ή αλλιώς δυσλεξία είναι μια μαθησιακή δυσκολία, πράγμα που σημαίνει πως εξαιτίας της καθυστερεί ή εμποδίζεται η εκμάθηση της γραφής και της ανάγνωσης από παιδιά που έχουν όλες τις ικανότητες και δυνατότητες για τις εργασίες αυτές. Είναι, δηλαδή, παιδιά με κανονική ή και ανώτερη νοημοσύνη χωρίς προβλήματα στην όραση ή την ακοή, τα οποία ζουν σε φυσιολογικά οικογενειακά-κοινωνικά περιβάλλοντα και φοιτούν σε οργανωμένα σχολεία.

Για να κατανοήσει κανείς τη φύση της δυσλεξίας πρέπει να γνωρίζει τα βασικά στάδια που ακολουθεί η εκμάθηση της ανάγνωσης. Η ανάγνωση βασίζεται στην κατανόηση της σχέσης μεταξύ των γραμμάτων και των ήχων της γλώσσας (φωνημάτων). Η διαδικασία της ανάγνωσης λοιπόν ακολουθεί τα εξής βήματα:

Το άτομο εστιάζει την προσοχή του στα γράμματα και ελέγχει τις κινήσεις των ματιών στο κείμενο.

Αντιστοιχεί κάθε γράμμα με τον ήχο του.

Κατανοεί το περιεχόμενο των λέξεων και τους γραμματικούς κανόνες.

Με βάσει την κατανόηση των λέξεων και των προτάσεων χτίζει ιδέες και παραστάσεις.

Έπειτα συγκρίνει τις καινούριες ιδέες και παραστάσεις με τις ήδη υπάρχουσες στη μνήμη.

Τέλος αποθηκεύει αυτές τις ιδέες στη μνήμη.

Το πιο κοινό χαρακτηριστικό της δυσλεξίας αφορά τη δυσκολία του παιδιού να αναγνωρίσει τους φθόγγους στις λέξεις που ακούει. Αυτή η δυσκολία είναι καθοριστικής σημασίας γιατί οι φωνολογικές δεξιότητες αποτελούν βασική προϋπόθεση για την εκμάθηση της ανάγνωσης.

Τυπικές δυσκολίες των παιδιών με δυσλεξία είναι:

Αντιστρέφουν γράμματα-αριθμούς (π.χ. ε αντί για 3).

Αντιμεταθέτουν ή παραλείπουν ή προσθέτουν γράμματα (ή συλλαβές) στην ίδια λέξη (πότι ή πι ή τοτόπι αντί για τόπι).

Αντικαθιστούν λέξεις με άλλες παρεμφερούς σημασίας (διαβάζουν ή γράφουν κοντός αντί για χαμηλός).

Καθρεφτική ανάγνωση ή γραφή (π.χ. εμ αντί για με).

Κάνουν αδικαιολόγητα λάθη και έχουν δυσανάγνωστα γραπτά.

Δυσκολεύονται να αποστηθίσουν πίνακες, σειρές ονομάτων (π.χ. ημέρες της εβδομάδας, μήνες του χρόνου).

Δυσκολεύονται να αντιγράψουν από τον πίνακα ή από σημειώσεις.

Έχουν προβλήματα προσανατολισμού στο χώρο και στο χρόνο.

Ο δάσκαλος στο δημοτικό είναι αυτός που θα εντοπίσει το παιδί με δυσλεξία και θα το παραπέμψει σε κάποιο ειδικό για βοήθεια. Παρόλα αυτά μερικές φορές μπορεί να εντοπιστεί και σε παιδιά προσχολικής ηλικίας. Μερικά από τα συμπτώματα για την προσχολική ηλικία είναι τα εξής:

Δε θυμάται που να βρει τα πράγματά του.

Παίρνει λάθος κατεύθυνση.

Δεν αναγνωρίζει κομμάτια του παζλ.

Δεν ξεχωρίζει φυσιογνωμίες και εκφράσεις.

Δεν αναγνωρίζει τις ανάγκες των άλλων.

Δεν μπορεί να χωρίσει μια λέξη σε συλλαβές προφορικά.

Δε θυμάται τραγούδια και ποιήματα.

Δε θυμάται κανόνες ή νέες πληροφορίες.

Οι γονείς πάντα μπορούν να βοηθήσουν το δυσλεκτικό παιδί τους αλλά πολλοί δεν γνωρίζουν τον τρόπο. Παρακάτω ακολουθούν οι βασικοί άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η βοήθεια που μπορεί να δοθεί από το σπίτι:

Υποστηρίξτε το. Το παιδί χρειάζεται αγάπη και ενθάρρυνση για να αναπτύξει τις κλίσεις του και τα δυνατά του σημεία.

Συζητήστε μαζί του. Πρέπει να του εξηγήσετε τι είναι η δυσλεξία και να του δώσετε να καταλάβει πως δεν είναι μια δική του αποτυχία.

Δημιουργείστε κατάλληλο περιβάλλον στο σπίτι για τη μελέτη. Πρέπει να του παρέχετε ένα καθαρό, ήσυχο και οργανωμένο χώρο που θα μπορεί να μελετά. Επίσης πρέπει να είστε σε στενή επαφή με το δάσκαλό του στο σχολείο.

Επιβραβεύστε το. Τα δυσλεκτικά παιδιά συνήθως νιώθουν άχρηστα γιατί δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των δασκάλων και των γονέων τους. Γι΄ αυτό είναι πολύ σημαντικό να επιβραβεύονται, έτσι δε θα χάσουν ποτέ την αυτοεκτίμησή τους.

Για να έχει βοήθεια στο σχολείο μιλήστε με τους εκπαιδευτικούς. Πιστεύουν και αυτοί ότι υπάρχει πρόβλημα; Ζητήστε τους τις εισηγήσεις τους για το τί μπορείτε να κάνετε όλοι μαζί γι’ αυτό. Είναι πολύ σημαντικό ο εκπαιδευτικός να είναι ενήμερος έτσι ώστε να υπάρξει μια συνεργασία μεταξύ σχολείου και σπιτιού για το καλό του παιδιού.

Γενικά σαν γονείς πρέπει να είστε θετικοί.

  Να το ενθαρρύνετε στα πράγματα που μπορεί να κάνει καλά.

Μη του λέτε μόνο να προσπαθεί σκληρά.

Μη κάνετε συγκρίσεις με άλλους στο σπίτι ή στο σχολείο.

Να του διαβάζετε μεγαλόφωνα, άσχετα με την ηλικία του, και όσο πιο πολύ μπορείτε.

Να το ενθαρρύνετε να προχωρά σιγά σιγά.

  Βρείτε χρόνο να παίξετε παιχνίδια, ιδιαίτερα αυτά που χρησιμοποιούν λέξεις. Το σπίτι πρέπει να είναι τόπος μάθησης και όχι τόπος θεραπευτικής διδασκαλίας.

Κάτι άλλο που χρειάζεται είναι να είστε επίμονοι:

  Δημιουργείστε καλές σχέσεις με τους εκπαιδευτικούς του παιδιού σας.

Εγκαθιδρύστε ένα δίκτυο επικοινωνίας με το σχολείο και συνεχίστε το και αν έρθει κάποιος καινούριος εκπαιδευτικός πηγαίνετε να τον συναντήσετε.

Θα πρέπει να γνωρίζετε πως το παιδί σας θα έχει αρκετές απογοητεύσεις αλλά θα πρέπει να μάθει να τις αντιμετωπίζει χωρίς να το επηρεάζουν αρνητικά. Επιπλέον μπορεί να βοηθηθεί για να μάθει να τις αποφεύγει.

Καλό θα είναι επίσης να μάθετε τα δικαιώματά σας σαν γονείς και τα καθήκοντα των εκπαιδευτικών αρχών. Πάνω από όλα πρέπει να θυμάστε πως η ενθάρρυνσή σας, η υποστήριξή σας και η κατανόηση είναι πιο πολύτιμα από οποιαδήποτε εκπαίδευση μπορεί να κάνει ή να μην κάνει γι’ αυτό.

Να θυμάστε πως η μη διαγνωσμένη διαταραχή της ανάγνωσης μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλή αυτοεκτίμηση, υψηλό στρες, άτυπες συμπεριφορές και χαμηλές επιδόσεις.

Οι μαθητές με δυσλεξία επωφελούνται από την έγκαιρη διάγνωση, την κατάλληλη παρέμβαση και την στοχευμένη αποτελεσματική διδασκαλία. Αυτά θα τους επιτρέψουν να γίνουν επιτυχημένοι μαθητές, αποτελεσματικοί ερευνητές, άτομα με αυτοπεποίθηση και υπεύθυνοι πολίτες.

 

Πρώτη Δημοτικού

 

            Η πρώτη Δημοτικού είναι η πιο κρίσιμη περίοδος στην εκπαιδευτική ζωή του παιδιού καθώς μπαίνουν τα θεμέλια για τη σχολική/εκπαιδευτική ζωή του και αυτό είναι κάτι που προκαλεί αρκετό άγχος στους γονείς.

Καθώς ένας ενήλικας μπορεί να ελέγξει τα συναισθήματά του περισσότερο από ένα εξάχρονο παιδί, είναι αυτός που πρέπει να το επηρεάσει θετικά χωρίς να του μεταδίδει το οποιοδήποτε άγχος ή ανησυχία τον διακατέχει.

Τα παιδιά ήδη από τη φοίτησή τους στο νηπιαγωγείο γνωρίζουν πως μπορούν να συνεργαστούν και να πειθαρχήσουν στο σχολικό περιβάλλον. Δεν πρέπει να ξεχνάμε και τη «δουλειά» που έχει κάνει ο κάθε γονιός στο σπίτι με το παιδί του. Ο σεβασμός στους άλλους καθώς και η κοινωνικότητά του θα το βοηθήσουν να προσαρμοστεί στο νέο περιβάλλον.

Η προετοιμασία για τη φοίτηση στο «μεγάλο σχολείο» μπορεί να αρχίσει το καλοκαίρι. Συζητήστε μαζί του και αναφέρετε πόσο περήφανοι είστε που μεγάλωσε και θα πάει στο «μεγάλο σχολείο», ζητήστε να σας εκφράσει τα συναισθήματά του για την πρώτη μέρα στο σχολείο και καθησυχάστε τις όποιες ανησυχίες του, περπατήστε έξω από το σχολείο, πηγαίνετε μαζί στην αγορά και ψωνίστε τα απαραίτητα, μιλήστε του για το ρόλο της δασκάλας και εξηγήστε του πως θα είναι διαδικαστικά η πρώτη μέρα.

Το Νηπιαγωγείο που είναι το πρώτο σκαλί της εκπαίδευσης βοηθάει τα παιδιά να αναπτυχθούν σωματικά, συναισθηματικά, νοητικά και κοινωνικά και ταυτόχρονα να αναπτύξουν και να εξελίξουν κάποιες βασικές δεξιότητες και ικανότητες. Φεύγοντας από το Νηπιαγωγείο το παιδί έχει μάθει πολλά που θα του χρησιμεύσουν στην επόμενη εκπαιδευτική βαθμίδα και όχι μόνο, κάποια από αυτά είναι τα εξής:

Να κατανοεί, να περιγράφει, να εξηγεί/ερμηνεύει κατάλληλες για την ηλικία του ιστορίες.

Να γνωρίζει τους κανόνες ανάγνωσης (π.χ. διαβάζουμε από τα αριστερά προς τα δεξιά και από πάνω προς τα κάτω).

Να αναγνωρίζει οικεία γράμματα ή και λέξεις στο περιβάλλον.

Να εντοπίζει τον τίτλο και τον συγγραφέα ενός βιβλίου.

Να κρατά το μολύβι/στυλό/κιμωλία με σωστό τρόπο έχοντας τη σωστή στάση σώματος.

Να γράφει το όνομά του με πεζά και κεφαλαία γράμματα.

Να μετρά χρησιμοποιώντας αυθαίρετες ή συμβατικές μονάδες μέτρησης (π.χ. μετρά την απόσταση από το κρεβάτι του στην πόρτα με πατούσες/βήματα, να μετρά ονοματίζοντας τους αριθμούς πόσα μπαλόνια έχει).

Να κατανοεί απλές χωροχρονικές σχέσεις (π.χ. πάνω-κάτω, χθες/σήμερα/αύριο).

Να αναγνωρίζει και να ονοματίζει τα βασικά σχήματα και χρώματα.

Να αναπαριστά γεγονότα με χρονική ακολουθία (π.χ. να μπορεί να αφηγηθεί γεγονότα με τη σειρά που συνέβησαν)

Να περιγράφει μεταβολές του καιρού και άλλα μετεωρολογικά φαινόμενα.

Να κόβει και να ζωγραφίζει εντός ορίων.

Μια από τις μεγάλες διαφορές του Νηπιαγωγείου από το Δημοτικό είναι ότι στο δεύτερο, το παιδί πρέπει να μελετήσει στο σπίτι. Με δεδομένο ότι για πρώτη φορά μένει τόσες ώρες στο σχολείο, πράγμα που σημαίνει πως κουράζεται περισσότερο, η μελέτη στο σπίτι για πολλούς γονείς αποτελεί θέμα για προβληματισμό και πηγή άγχους. Με τις παρακάτω πρακτικές ιδέες η μελέτη μπορεί να γίνει πιο εύκολη, ευχάριστη και οργανωμένη διαδικασία τόσο για το παιδί όσο και για το γονιό.

Να υπάρχουν κοντά, οργανωμένα όλα τα υλικά που θα χρειαστούν.

Να είστε ευέλικτοι ως προς το χώρο μελέτης του παιδιού. Ρωτήστε το παιδί που του αρέσει να διαβάζει.

Απομακρύνετε ότι δεν σχετίζεται με την παρούσα εργασία.

Χρησιμοποιήστε ένα πλάνο μελέτης.

Φτιάξτε ένα πρόγραμμα μελέτης καθορίζοντας μαζί με το παιδί συγκεκριμένη ώρα για μελέτη.

Αποφύγετε την απότομη μετάβαση από το παιχνίδι στη μελέτη.

Βάλτε τις εργασίες σε σειρά. Όταν το παιδί έχει πολλές εργασίες να ξεκινά από τις εύκολες για να αποκτά αυτοπεποίθηση.

Κάντε διαλείμματα.

Κάντε καίριες ερωτήσεις.

Αποφύγετε να κάνετε εργασίες του παιδιού σας όταν θα τύχει να έχει περισσότερες από όσες έχει συνήθως.

Να είστε διαθέσιμοι για βοήθεια ως σύμβουλοι και να έχετε θετική στάση.

Να συνδέετε τη μελέτη με τα ενδιαφέροντα του παιδιού, όπου αυτό είναι δυνατό.

Να επιβραβεύετε την πρόοδο. Δώστε στο παιδί μικρές αμοιβές όταν φτάνει τους στόχους του.

Ακολουθώντας το κατάλληλο για το παιδί σας πρόγραμμα μελέτης και τελειώνοντας την Ά Δημοτικού ο μικρός μαθητής θα πρέπει ενδεικτικά να εμφανίζει τις παρακάτω ικανότητες:

Να κατανοεί τον προφορικό λόγο μέσα από την πρόσληψη πληροφοριών και την ανταπόκριση στις οδηγίες.

Να ακολουθεί 2-3 οδηγίες στη σειρά.

Να απαντά σε πιο περίπλοκες ερωτήσεις που επιδέχονται «ναι/όχι».

Να αρθρώνει σωστά όλα τα φωνήματα.

Να εκφράζει ιδέες με μια ποικιλία ολοκληρωμένων προτάσεων.

Να χρησιμοποιεί σωστά τα περισσότερα μέρη του λόγου.

Να δίνει οδηγίες.

Να ξεκινά συζητήσεις.

Να διαβάζει λέξεις δυνατά.

Να έχει λεξιλόγιο 100 κοινών λέξεων.

Να αποδεικνύει ότι κατανόησε αυτό που διάβασε.

Να γράφει καθαρά.

Να απαγγέλει/ διαβάζει/ γράφει/ διατάσσει τους φυσικούς αριθμούς ως το 100.

Να εκτελεί πράξεις πρόσθεσης και αφαίρεσης με αριθμούς που δε ξεπερνούν το 20.

Να διακρίνει τα στερεά σχήματα (κύβος σφαίρα κτλ.)

Να έχετε πάντα στο μυαλό σας πως ενθαρρύνοντας, υποστηρίζοντας και μεταδίδοντας ηρεμία στο παιδί σας θα έχετε σίγουρα θετικά αποτελέσματα και το μικρό σας θα ξεκινήσει και θα τελειώσει με επιτυχία τη νέα του σχολική ζωή.